Άρθρο του Στρατή Παπαμανουσάκη
Διατυπώνοντας κανείς δημόσιο λόγο πραγματώνει ένα από τα κύρια χαρίσματα του ανθρώπου, τη δυνατότητα να εκφράζεται, να επικοινωνεί, να πολιτεύεται, κατά την ευρεία έννοια. "Ως χαρίεν έστ΄ άνθρωπος", έχει λεχθεί από τον Μένανδρο στην αρχαιότητα. Αλλά δεν είναι μόνο χαρίης, χαρισματικός, γεμάτος χάρες ο άνθρωπος. Είναι και περίεργο και αξιοθαύμαστο και φοβερό ον, ενδιάμεσο μεταξύ θεού και φύσης, προικισμένο με νου και λόγο και κίνηση, δηλαδή ον δραστήριο που σκέφτεται και εκφράζεται και πραγματοποιεί τη σκέψη και το λόγο του στον κόσμο. Και η δράση του αυτή δεν είναι αμελητέα, το αντίθετο, μεταβάλλει τα πράγματα, τη φύση, την κοινωνία, άλλοτε προς το καλύτερο, άλλοτε, συχνότερα, προς το χειρότερο.
Αλλά γιατί λέγονται όλα αυτά, εκ πρώτης όψεως εκτός θέματος, έξω από το ζήτημα, ασύνδετα με το πρόβλημα του τέλους της εποχής; Μα γιατί μόλις διατυπώθηκε αυτή η σκέψη για το τέλος της εποχής, μόλις γράφτηκαν αυτές οι λέξεις, μόλις έλαβαν μια υπόσταση στον ορατό κόσμο, ευθύς αμέσως άρχισε η σκέψη να τις εξετάζει με απορία και ο νους να τις αντιμετωπίζει με θαυμασμό και η καρδιά να τις φοβάται για τα επακόλουθα τους. Άρχισε αμέσως μια κίνηση αντίθετη στη δημιουργία τους, μια επιθυμία καταστροφής τους, μια αποδόμηση, όπως θα έλεγε ο Ντερριντά, αλλά που το έχει πει πολύ πριν ο Πλάτων, αυτός που κάθε μεταγενέστερη φιλοσοφία δεν αποτελεί παρά μια υποσημείωση στο έργο του.
Γράφομε "τέλος" σαν να είναι κάτι απλό, φυσικό, ουδέτερο. Τέλος είναι το τέρμα, η λήξη, το πέρας. Το τέλος της κινηματογραφικής ταινίας, η αποπεράτωση της οικοδομής, η ολοκλήρωση της ζωής. Αλλά έτσι ήδη μιλήσαμε για την καταστροφή του έργου, για τη λήξη της διαδικασίας οικοδόμησης, για τον θάνατο. Ιδού η αναίρεση της δράσης, η εμφάνιση του αντιθέτου, η εναντίωση. Φθάσαμε στη διαλεκτική, που ο Ηράκλειτος και ο πλατωνικός Γοργίας και ο Πλωτίνος ανέπτυξαν πριν ο Έγελος και ο Μαρξ και ο Μαρκούζε προσπαθήσουν να αντιγράψουν, με όχι μεγάλη επιτυχία, τα συμπεράσματα της αρχαίας σοφίας. Να λοιπόν που σε μια λέξη, με το πιο απλό της νόημα, φανερώθηκαν τα άδηλα και τα κρύφια του κόσμου, οι αντιθέσεις της φύσης, τα μυστήρια της φιλοσοφίας.
Αλλά "τέλος" σημαίνει και τον σκοπό, το αποτέλεσμα, την επιδίωξη. Τέλος είναι η σκόπιμη δράση, ο στόχος του βέλους, η αποτελεσματική κίνηση. Εδώ πλέον δεν υπάρχει το βάθος του χρόνου, αλλά η έκταση του χώρου. Υπάρχει μια μεταβολή που αφού σχεδιαστεί στη σκέψη, έστω και κατ΄ ελάχιστο, αφού περάσει από τη γνώση στη βούληση, εξωτερικεύεται στον κόσμο και τον μεταβάλλει. Το τέλος λοιπόν αναγορεύεται σε κινητήρια δύναμη, σε έμβολο της ατμομηχανής του Τρότσκυ, που πιέζεται από τον ατμό, σε μαμή της ιστορίας κατά τη μαρξική διαλεκτική. Αυτές οι απροσδόκητες συνέπειες προκύπτουν μόνο και μόνο γιατί γράφτηκε η λέξη "τέλος" και ερμηνεύτηκε με τα σημαινόμενα της, μέσα στη σημειολογία της. Το όνομα του ρόδου λοιπόν δεν είναι γυμνό, όπως το παρουσιάζει ο Έκο, ο μεγάλος νομιναλιστής, αλλά ντυμένο με το πιο πολύτιμο ένδυμα της ιστορίας, είναι η Ρόδος της εγελιανής φιλοσοφίας του δικαίου, είναι η αλλαγή της ζωής μας από τη δουλεία της έννοιας στην ελευθερία του λόγου και στη δημιουργική πράξη.
Και τέλος, ας μην παραλείψομε να εξετάσομε και την τελευταία ερμηνεία του "τέλους", καθόλου τελευταίας είναι αλήθεια για τους φορολογούμενους, όσους πληρώνουν φορολογικά τέλη, και όσους επωφελούνται από τους φόρους των άλλων. Εδώ πια προβάλλει μια μεγάλη σειρά συνωνύμων στη δημοσιονομική πολιτική, στην πολιτική οικονομία, στην κοινωνική θεωρία και πολιτική γενικότερα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την αθηναϊκή δημοκρατία που στηρίκτηκε στα τέλη των συμμάχων της, την αμερικανική επανάσταση κατά των φόρων της βρετανικής αυτοκρατορίας, τις αστικές επαναστάσεις κατά της φορολογίας του βασιλιά. Ολόκληρη η ιστορία των επαναστάσεων, η ιστορία της πάλης των τάξεων, η ιστορία του κράτους στην καπιταλιστική, αλλά και στη σοσιαλιστική κοινωνία, εκτυλίχθηκε χάρη στο "τέλος".
Τα προβλήματα όμως του τέλους, με ή χωρίς εισαγωγικά, πολλαπλασιάζονται στην εποχή μας, επίσης με ή χωρίς εισαγωγικά. Τι πιο εύκολο θα μου πείτε να μιλήσομε για την εποχή του χρόνου, για το τέλος της άνοιξης και τον ερχομό του καλοκαιριού, για τη φυσική αντίληψη της εποχής. Αλλά όταν μιλάμε για την εποχή μας, ως μιας μεγαλύτερης χρονικής περιόδου, για τον 21ο αιώνα λόγου χάρη, για την εποχή των μνημονίων ή για τη μεταμνημονιακή εποχή, τότε τα πράγματα αποκτούν άλλη σημασία. Τότε πρέπει να αναφέρομε το διεθνές περιβάλλον, τις γαιοστρατηγικές μεταβολές, τα πολεμικά σενάρια στην περιοχή μας, τις οικονομικές επιπτώσεις των ανταγωνισμών ή μάλλον τους ανταγωνισμούς ως συνέπειες των οικονομικών κρίσεων, τις κοινωνικές αναστατώσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ζήτημα της Ιταλίας, το Σκοπιανό ζήτημα, το Κυπριακό. Τότε πρέπει να μιλήσομε για την εποχή της "αυταπάτης", την εποχή της "κωλοτούμπας" και την εποχή του "'σανού". Για την εποχή πριν, κατά και μετά το Μνημόνιο. Για την εποχή της καταστροφής της χώρας μας, της εξαφάνισης της μεσαίας τάξης, της εξαθλίωσης των εργαζομένων και των συνταξιούχων, της φυγής της νεολαίας, του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, της αλλοτρίωσης της παραγωγικής βάσης της οικονομίας, των πλειστηριασμών και των αυτοκτονιών, της εθνικής καταισχύνης με την παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας, της ομηρίας των στρατιωτικών μας, των θαλασσίων και αεροπορικών επεισοδίων με τους "συμμάχους" γείτονες. Και για τις εποχές της ευθύνης του προσηλωμένου στο δυτικό και ευρωπαϊκό στρατόπεδο πολιτικού κόσμου, της ευθύνης της Δικαιοσύνης που έκρινε συνταγματικό το Μνημόνιο, της ευθύνης της Αριστεράς και της δεξιάς της κυβέρνησης, της ευθύνης του λαού που ανέδειξε και ανέχεται αυτές τις κυβερνήσεις. Για την εποχή των ανέμων που έσπειραν όλοι οι μνημονιακοί, κυβερνήτες, ελίτ και συνεργάτες, και για την εποχή των θυελών που ήδη διέρχονται όλοι οι υπόλοιποι έλληνες και που είναι βέβαιο ότι θα θερίσουν και οι ίδιοι οι σπορείς των ανέμων.
Αλλά η εποχή είναι και φιλοσοφική έννοια, είναι φιλοσοφικός λόγος και φιλοσοφική στάση μπροστά στο ζήτημα της γνώσης και της πράξης. Είναι ο σκεπτικισμός του Πύρρωνα, του Σέξτου και του Μονταίνιου, αυτών των γιγάντων της αρχαίας και της νεότερης σκέψης, που μπροστά στην ακραία αντίθεση δογματισμού και κριτικισμού, παραμένουν αμέτοχοι, σκεπτικοί, επέχοντες. Η εποχή τους είναι η συγκράτηση, η αμφισβήτιση, η απόσταση, η επιφύλαξη για την τελική κρίση, η αποφυγή του διλήμματος της φιλοσοφίας που χωρίζει αιωνίως τον κόσμο, μεταξύ Πλάτωνα και Αριστοτέλη, μεταξύ ιδεαλισμού και υλισμού, μεταξύ κράτους και επανάστασης. Αλλά το πρόβλημα της φιλοσοφίας και κατ΄ επέκταση της ζωής, δεν είναι η άκριτη αποδοχή παρατάξεως, η αποδοχή ή όχι της δυνατότητας της γνώσης, η επιλογή της πηγής και του αντικειμένου της γνώσης. Απέναντι στον δογματισμό, στον σκεπτικισμό και στον κριτικισμό στέκεται η διαλεκτική, αυτή που συναιρεί σε κάθε περίπτωση τις αντιφάσεις, αυτή που τις ξεπερνά η τις διατηρεί εναρμονισμένες, συγκρητιστικά, μέσα στον αιώνιο κύκλο του γίγνεσθαι, αυτή που πίσω από τα φαινόμενα αναζητεί την ουσία, το όντως ον, το είναι. Είναι όμως πρόβλημα φιλοσοφικό η εποχή της διαλεκτικής, που αρνείται να ερμηνεύσει, να αντιληφθεί και να κατευθύνει τα γεγονότα της εποχής, την εκούσια υποταγή της πολιτικής στην οικονομία, την παράδοση άνευ όρων μιας χώρας στα δεσμά των ισχυρών, την τριπλή επανάληψη αυτής της πρακτικής. Την ανατροπή κάθε αντίστασης από την ίδια την αντίσταση, την οικειοποίηση αυτής πρακτικής από την ίδια την άρνηση της, τη δικαίωση αυτής της υποταγής από την απόρριψη της. Κανείς Γράκχος δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του πατρίκιο. Καμιά Μαντάμ Ρολάν δεν θα μπορούσε να γίνει τόσο επίκαιρη με τα τελευταία της λόγια για τα εγκλήματα εν ονόματι της ελευθερίας. Κανείς Λένιν δεν θα μπορούσε να προβλέψει πόσο διαστροφικά θα εφαρμοζόταν η τακτική των βημάτων προς τα πίσω στις μέρες μας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διαλεκτική, η φιλοσοφία, η λογική απέχουν.
Η εποχή λοιπόν δεν είναι θέμα μόνο της φυσικής, αλλά και της φιλοσοφίας, της διαλεκτικής, είναι όμως και θέμα της ηθικής, κατά την τριμερή πλατωνική διάκριση των επιστημών (φυσική, διαλεκτική, ηθική). Είναι ηθικό θέμα της πολιτικής η αποχή από την πολιτική. Είναι πολιτικό θέμα η αδρανοποίηση, η ουδετεροποίηση, η εγκατάλειψη της πολιτικής. Επειδή είναι "ουκ απράγμονα αλλ΄ αχρείον" κατά τον Θουκυδίδη, είναι "νόσον πόλεως" κατά τον Πλάτωνα, είναι "βάναυσον" κατά τον Αριστοτέλη, τον "μηδέν τώνδε μετέχοντα". Και υπάρχουν παραδείγματα των συνεπειών της αποχής, από τη νεότερη ιστορία μας, με κορυφαίο την αποχή της Αριστεράς από τις εκλογές του 1946 και τον εμφύλιο που επακολούθησε. Η εποχή λοιπόν υπό την πολιτική της έννοια, η αποχή από τον αγώνα, η αποχή από τις εκλογές, η αποχή από την κριτική, είναι η αποκορύφωση του τέλους της πολιτικής.
Βρισκόμαστε στο τέλος μιας εποχής, στις παραμονές της λεγόμενης εξόδου από το Μνημόνιο, στις προετοιμασίες της μεταμνημονιακής εποχής. Αυτή η νέα εποχή θα μετατρέψει το Μνημόνιο από πρόσκαιρο σε μόνιμο, θα μεταβάλλει την Ελλάδα από χώρα υπό επιτήρηση σε κράτος παρία της Ευρώπης, θα αφελληνίσει ό,τι ελληνικό, προς δόξα της Ευρώπης της λιτότητας, της καπιταλιστικής Ευρώπης, της βαρβαρικής, ληστρικής, δολοφονικής ευρωπαϊκής πολιτικής. Με αυτή την Ευρώπη έχουν συμμαχήσει και οι κυρίαρχες τάξεις στην Ελλάδα, παρασύροντας και ένα τμήμα του ελληνικού λαού. Ένα άλλο τμήμα απέχει, αρνούμενο να στρατευτεί στον αγώνα για τη σωτηρία της πατρίδας και τη δική του. Μέχρι τώρα υπήρχε έστω μια περίοδος αναμονής, αδράνειας, ελπίδας. Αλλά πλέον το εφιαλτικό, απαίσιο, φρικώδες πρόσωπο της νέας εποχής δεν μπορεί να κρυφθεί. Μόνιμες περικοπές συντάξεων και μισθών σε επίπεδα εξαθλίωσης, εξοντωτική φορολογία κάθε είδους, εθνική ταπείνωση ως εθνική στρατηγική, προς δόξαν των αγορών, των δανειστών και των "θεσμών", ιδού το ελληνικό μέλλον, προς το οποίο προχωρούμε. Απέναντι σε αυτή τη χρονική εποχή, ενάντια σε κάθε διαλεκτική θέση της εποχής, κόντρα σε οποιαδήποτε πολιτική εποχής, αποτελεί χρέος καθενός να τοποθετηθεί, να αναλάβει την ευθύνη του, να την αποκρούσει. Το τέλος της εποχής έχει σημάνει.
Διατυπώνοντας κανείς δημόσιο λόγο πραγματώνει ένα από τα κύρια χαρίσματα του ανθρώπου, τη δυνατότητα να εκφράζεται, να επικοινωνεί, να πολιτεύεται, κατά την ευρεία έννοια. "Ως χαρίεν έστ΄ άνθρωπος", έχει λεχθεί από τον Μένανδρο στην αρχαιότητα. Αλλά δεν είναι μόνο χαρίης, χαρισματικός, γεμάτος χάρες ο άνθρωπος. Είναι και περίεργο και αξιοθαύμαστο και φοβερό ον, ενδιάμεσο μεταξύ θεού και φύσης, προικισμένο με νου και λόγο και κίνηση, δηλαδή ον δραστήριο που σκέφτεται και εκφράζεται και πραγματοποιεί τη σκέψη και το λόγο του στον κόσμο. Και η δράση του αυτή δεν είναι αμελητέα, το αντίθετο, μεταβάλλει τα πράγματα, τη φύση, την κοινωνία, άλλοτε προς το καλύτερο, άλλοτε, συχνότερα, προς το χειρότερο.
Αλλά γιατί λέγονται όλα αυτά, εκ πρώτης όψεως εκτός θέματος, έξω από το ζήτημα, ασύνδετα με το πρόβλημα του τέλους της εποχής; Μα γιατί μόλις διατυπώθηκε αυτή η σκέψη για το τέλος της εποχής, μόλις γράφτηκαν αυτές οι λέξεις, μόλις έλαβαν μια υπόσταση στον ορατό κόσμο, ευθύς αμέσως άρχισε η σκέψη να τις εξετάζει με απορία και ο νους να τις αντιμετωπίζει με θαυμασμό και η καρδιά να τις φοβάται για τα επακόλουθα τους. Άρχισε αμέσως μια κίνηση αντίθετη στη δημιουργία τους, μια επιθυμία καταστροφής τους, μια αποδόμηση, όπως θα έλεγε ο Ντερριντά, αλλά που το έχει πει πολύ πριν ο Πλάτων, αυτός που κάθε μεταγενέστερη φιλοσοφία δεν αποτελεί παρά μια υποσημείωση στο έργο του.
Γράφομε "τέλος" σαν να είναι κάτι απλό, φυσικό, ουδέτερο. Τέλος είναι το τέρμα, η λήξη, το πέρας. Το τέλος της κινηματογραφικής ταινίας, η αποπεράτωση της οικοδομής, η ολοκλήρωση της ζωής. Αλλά έτσι ήδη μιλήσαμε για την καταστροφή του έργου, για τη λήξη της διαδικασίας οικοδόμησης, για τον θάνατο. Ιδού η αναίρεση της δράσης, η εμφάνιση του αντιθέτου, η εναντίωση. Φθάσαμε στη διαλεκτική, που ο Ηράκλειτος και ο πλατωνικός Γοργίας και ο Πλωτίνος ανέπτυξαν πριν ο Έγελος και ο Μαρξ και ο Μαρκούζε προσπαθήσουν να αντιγράψουν, με όχι μεγάλη επιτυχία, τα συμπεράσματα της αρχαίας σοφίας. Να λοιπόν που σε μια λέξη, με το πιο απλό της νόημα, φανερώθηκαν τα άδηλα και τα κρύφια του κόσμου, οι αντιθέσεις της φύσης, τα μυστήρια της φιλοσοφίας.
Αλλά "τέλος" σημαίνει και τον σκοπό, το αποτέλεσμα, την επιδίωξη. Τέλος είναι η σκόπιμη δράση, ο στόχος του βέλους, η αποτελεσματική κίνηση. Εδώ πλέον δεν υπάρχει το βάθος του χρόνου, αλλά η έκταση του χώρου. Υπάρχει μια μεταβολή που αφού σχεδιαστεί στη σκέψη, έστω και κατ΄ ελάχιστο, αφού περάσει από τη γνώση στη βούληση, εξωτερικεύεται στον κόσμο και τον μεταβάλλει. Το τέλος λοιπόν αναγορεύεται σε κινητήρια δύναμη, σε έμβολο της ατμομηχανής του Τρότσκυ, που πιέζεται από τον ατμό, σε μαμή της ιστορίας κατά τη μαρξική διαλεκτική. Αυτές οι απροσδόκητες συνέπειες προκύπτουν μόνο και μόνο γιατί γράφτηκε η λέξη "τέλος" και ερμηνεύτηκε με τα σημαινόμενα της, μέσα στη σημειολογία της. Το όνομα του ρόδου λοιπόν δεν είναι γυμνό, όπως το παρουσιάζει ο Έκο, ο μεγάλος νομιναλιστής, αλλά ντυμένο με το πιο πολύτιμο ένδυμα της ιστορίας, είναι η Ρόδος της εγελιανής φιλοσοφίας του δικαίου, είναι η αλλαγή της ζωής μας από τη δουλεία της έννοιας στην ελευθερία του λόγου και στη δημιουργική πράξη.
Και τέλος, ας μην παραλείψομε να εξετάσομε και την τελευταία ερμηνεία του "τέλους", καθόλου τελευταίας είναι αλήθεια για τους φορολογούμενους, όσους πληρώνουν φορολογικά τέλη, και όσους επωφελούνται από τους φόρους των άλλων. Εδώ πια προβάλλει μια μεγάλη σειρά συνωνύμων στη δημοσιονομική πολιτική, στην πολιτική οικονομία, στην κοινωνική θεωρία και πολιτική γενικότερα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την αθηναϊκή δημοκρατία που στηρίκτηκε στα τέλη των συμμάχων της, την αμερικανική επανάσταση κατά των φόρων της βρετανικής αυτοκρατορίας, τις αστικές επαναστάσεις κατά της φορολογίας του βασιλιά. Ολόκληρη η ιστορία των επαναστάσεων, η ιστορία της πάλης των τάξεων, η ιστορία του κράτους στην καπιταλιστική, αλλά και στη σοσιαλιστική κοινωνία, εκτυλίχθηκε χάρη στο "τέλος".
Τα προβλήματα όμως του τέλους, με ή χωρίς εισαγωγικά, πολλαπλασιάζονται στην εποχή μας, επίσης με ή χωρίς εισαγωγικά. Τι πιο εύκολο θα μου πείτε να μιλήσομε για την εποχή του χρόνου, για το τέλος της άνοιξης και τον ερχομό του καλοκαιριού, για τη φυσική αντίληψη της εποχής. Αλλά όταν μιλάμε για την εποχή μας, ως μιας μεγαλύτερης χρονικής περιόδου, για τον 21ο αιώνα λόγου χάρη, για την εποχή των μνημονίων ή για τη μεταμνημονιακή εποχή, τότε τα πράγματα αποκτούν άλλη σημασία. Τότε πρέπει να αναφέρομε το διεθνές περιβάλλον, τις γαιοστρατηγικές μεταβολές, τα πολεμικά σενάρια στην περιοχή μας, τις οικονομικές επιπτώσεις των ανταγωνισμών ή μάλλον τους ανταγωνισμούς ως συνέπειες των οικονομικών κρίσεων, τις κοινωνικές αναστατώσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ζήτημα της Ιταλίας, το Σκοπιανό ζήτημα, το Κυπριακό. Τότε πρέπει να μιλήσομε για την εποχή της "αυταπάτης", την εποχή της "κωλοτούμπας" και την εποχή του "'σανού". Για την εποχή πριν, κατά και μετά το Μνημόνιο. Για την εποχή της καταστροφής της χώρας μας, της εξαφάνισης της μεσαίας τάξης, της εξαθλίωσης των εργαζομένων και των συνταξιούχων, της φυγής της νεολαίας, του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, της αλλοτρίωσης της παραγωγικής βάσης της οικονομίας, των πλειστηριασμών και των αυτοκτονιών, της εθνικής καταισχύνης με την παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας, της ομηρίας των στρατιωτικών μας, των θαλασσίων και αεροπορικών επεισοδίων με τους "συμμάχους" γείτονες. Και για τις εποχές της ευθύνης του προσηλωμένου στο δυτικό και ευρωπαϊκό στρατόπεδο πολιτικού κόσμου, της ευθύνης της Δικαιοσύνης που έκρινε συνταγματικό το Μνημόνιο, της ευθύνης της Αριστεράς και της δεξιάς της κυβέρνησης, της ευθύνης του λαού που ανέδειξε και ανέχεται αυτές τις κυβερνήσεις. Για την εποχή των ανέμων που έσπειραν όλοι οι μνημονιακοί, κυβερνήτες, ελίτ και συνεργάτες, και για την εποχή των θυελών που ήδη διέρχονται όλοι οι υπόλοιποι έλληνες και που είναι βέβαιο ότι θα θερίσουν και οι ίδιοι οι σπορείς των ανέμων.
Αλλά η εποχή είναι και φιλοσοφική έννοια, είναι φιλοσοφικός λόγος και φιλοσοφική στάση μπροστά στο ζήτημα της γνώσης και της πράξης. Είναι ο σκεπτικισμός του Πύρρωνα, του Σέξτου και του Μονταίνιου, αυτών των γιγάντων της αρχαίας και της νεότερης σκέψης, που μπροστά στην ακραία αντίθεση δογματισμού και κριτικισμού, παραμένουν αμέτοχοι, σκεπτικοί, επέχοντες. Η εποχή τους είναι η συγκράτηση, η αμφισβήτιση, η απόσταση, η επιφύλαξη για την τελική κρίση, η αποφυγή του διλήμματος της φιλοσοφίας που χωρίζει αιωνίως τον κόσμο, μεταξύ Πλάτωνα και Αριστοτέλη, μεταξύ ιδεαλισμού και υλισμού, μεταξύ κράτους και επανάστασης. Αλλά το πρόβλημα της φιλοσοφίας και κατ΄ επέκταση της ζωής, δεν είναι η άκριτη αποδοχή παρατάξεως, η αποδοχή ή όχι της δυνατότητας της γνώσης, η επιλογή της πηγής και του αντικειμένου της γνώσης. Απέναντι στον δογματισμό, στον σκεπτικισμό και στον κριτικισμό στέκεται η διαλεκτική, αυτή που συναιρεί σε κάθε περίπτωση τις αντιφάσεις, αυτή που τις ξεπερνά η τις διατηρεί εναρμονισμένες, συγκρητιστικά, μέσα στον αιώνιο κύκλο του γίγνεσθαι, αυτή που πίσω από τα φαινόμενα αναζητεί την ουσία, το όντως ον, το είναι. Είναι όμως πρόβλημα φιλοσοφικό η εποχή της διαλεκτικής, που αρνείται να ερμηνεύσει, να αντιληφθεί και να κατευθύνει τα γεγονότα της εποχής, την εκούσια υποταγή της πολιτικής στην οικονομία, την παράδοση άνευ όρων μιας χώρας στα δεσμά των ισχυρών, την τριπλή επανάληψη αυτής της πρακτικής. Την ανατροπή κάθε αντίστασης από την ίδια την αντίσταση, την οικειοποίηση αυτής πρακτικής από την ίδια την άρνηση της, τη δικαίωση αυτής της υποταγής από την απόρριψη της. Κανείς Γράκχος δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του πατρίκιο. Καμιά Μαντάμ Ρολάν δεν θα μπορούσε να γίνει τόσο επίκαιρη με τα τελευταία της λόγια για τα εγκλήματα εν ονόματι της ελευθερίας. Κανείς Λένιν δεν θα μπορούσε να προβλέψει πόσο διαστροφικά θα εφαρμοζόταν η τακτική των βημάτων προς τα πίσω στις μέρες μας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διαλεκτική, η φιλοσοφία, η λογική απέχουν.
Η εποχή λοιπόν δεν είναι θέμα μόνο της φυσικής, αλλά και της φιλοσοφίας, της διαλεκτικής, είναι όμως και θέμα της ηθικής, κατά την τριμερή πλατωνική διάκριση των επιστημών (φυσική, διαλεκτική, ηθική). Είναι ηθικό θέμα της πολιτικής η αποχή από την πολιτική. Είναι πολιτικό θέμα η αδρανοποίηση, η ουδετεροποίηση, η εγκατάλειψη της πολιτικής. Επειδή είναι "ουκ απράγμονα αλλ΄ αχρείον" κατά τον Θουκυδίδη, είναι "νόσον πόλεως" κατά τον Πλάτωνα, είναι "βάναυσον" κατά τον Αριστοτέλη, τον "μηδέν τώνδε μετέχοντα". Και υπάρχουν παραδείγματα των συνεπειών της αποχής, από τη νεότερη ιστορία μας, με κορυφαίο την αποχή της Αριστεράς από τις εκλογές του 1946 και τον εμφύλιο που επακολούθησε. Η εποχή λοιπόν υπό την πολιτική της έννοια, η αποχή από τον αγώνα, η αποχή από τις εκλογές, η αποχή από την κριτική, είναι η αποκορύφωση του τέλους της πολιτικής.
Βρισκόμαστε στο τέλος μιας εποχής, στις παραμονές της λεγόμενης εξόδου από το Μνημόνιο, στις προετοιμασίες της μεταμνημονιακής εποχής. Αυτή η νέα εποχή θα μετατρέψει το Μνημόνιο από πρόσκαιρο σε μόνιμο, θα μεταβάλλει την Ελλάδα από χώρα υπό επιτήρηση σε κράτος παρία της Ευρώπης, θα αφελληνίσει ό,τι ελληνικό, προς δόξα της Ευρώπης της λιτότητας, της καπιταλιστικής Ευρώπης, της βαρβαρικής, ληστρικής, δολοφονικής ευρωπαϊκής πολιτικής. Με αυτή την Ευρώπη έχουν συμμαχήσει και οι κυρίαρχες τάξεις στην Ελλάδα, παρασύροντας και ένα τμήμα του ελληνικού λαού. Ένα άλλο τμήμα απέχει, αρνούμενο να στρατευτεί στον αγώνα για τη σωτηρία της πατρίδας και τη δική του. Μέχρι τώρα υπήρχε έστω μια περίοδος αναμονής, αδράνειας, ελπίδας. Αλλά πλέον το εφιαλτικό, απαίσιο, φρικώδες πρόσωπο της νέας εποχής δεν μπορεί να κρυφθεί. Μόνιμες περικοπές συντάξεων και μισθών σε επίπεδα εξαθλίωσης, εξοντωτική φορολογία κάθε είδους, εθνική ταπείνωση ως εθνική στρατηγική, προς δόξαν των αγορών, των δανειστών και των "θεσμών", ιδού το ελληνικό μέλλον, προς το οποίο προχωρούμε. Απέναντι σε αυτή τη χρονική εποχή, ενάντια σε κάθε διαλεκτική θέση της εποχής, κόντρα σε οποιαδήποτε πολιτική εποχής, αποτελεί χρέος καθενός να τοποθετηθεί, να αναλάβει την ευθύνη του, να την αποκρούσει. Το τέλος της εποχής έχει σημάνει.
from PRESS-GR Η δύναμη στην ενημέρωση https://ift.tt/2xsM4IR
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου